του Στέφανου Μίλεση
Ο «Οίκος Ναύτου» ιδρύθηκε το 1927 από το τότε Υπουργείο Ναυτικών έχοντας αποστολή την προστασία και περίθαλψη των ανέργων ναυτικών. Αρχικά χρησιμοποιούσε ένα παλαιό κτήριο κοντά στα τελωνεία του Αγίου Νικολάου στο οποίο έδρευαν τα γραφεία του. Από τη μια έρχονταν μικρά παιδιά, αμούστακα ακόμα, να μπαρκάρουν από την άλλοι ναυτικοί κατέφταναν για λίγο μόνο καιρό μέχρι να ξαναπιάσουν το επόμενο πλοίο. Χρειαζόντουσαν μερικές μέρες μόνο να μείνουν κάπου. Εξ αυτών οι περισσότεροι δεν είχαν σπίτι στον Πειραιά, αφού δεν ήταν κάτοικοι της πόλης αλλά προέρχονταν από τα διάφορα νησιά. Έτσι ο «Οίκος Ναύτου» φρόντιζε να προσφέρει αυτό ακριβώς που ανέγραφε στην επωνυμία του, έναν οίκο για τους ναυτικούς. Φρόντιζε για την εξεύρεση στέγης για ύπνο, τη στοιχειώδη δηλαδή, αλλά βασική εξυπηρέτηση.
Για να επιτύχει αυτές τις παροχές το προσωπικό του ερχόταν σε επαφή με διάφορα ξενοδοχεία της οδού Νοταρά. Έναν ύπνο και ένα πιάτο φαγητού. Σπουδαίο πράγμα όταν είναι χειμώνας και το κρύο τσακίζει, να μην βρίσκεσαι εκτεθειμένος στον δρόμο. Ο «Οίκος Ναύτου» προσέφερε τα βασικά στοιχεία της ανθρώπινης υπόστασης και αξιοπρέπειας που ήταν και είναι, στέγη και φαγητό. Έστω όμως κι έτσι, η προσφορά αυτή στάθηκε πολύτιμη, καθώς μέχρι τότε οι διάφοροι ναυτικοί που έφταναν στον Πειραιά για να μπαρκάρουν, αν τύχαινε να μην έχουν χρήματα, διανυκτέρευαν για μέρες και νύχτες σε παγκάκια και υπαίθρους χώρους αναμένοντας να φανεί το πλοίο.
Σύμφωνα με το ιδρυτικό του διάταγμα όπως δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ Α’-32/1-3-1927, η παρεχόμενη προστασία και περίθαλψη που προσέφερε, συνίστατο στην προστασία στέγης στους ανέργους, παροχή τροφής σε αυτούς, παροχής ιατρικής, φαρμακευτικής και νοσηλευτικής φροντίδας στους ασθενείς ανέργους ναυτικούς, αλλά και στα μέλη των οικογενειών τους. Ο “Οίκος Ναύτου” εκ της σύστασής του προβλέπεται να βρίσκεται εγκατεστημένος στον Πειραιά και μάλιστα “όσο το δυνατόν εγγύτερον εις το λιμένα κείμενον” (άρθρο 10).
Η πρώτη μεγάλη μάστιγα της εποχής ήταν η φυματίωση. Αχρήστευε τους ανθρώπους για μεγάλα χρονικά διαστήματα και η εμφάνισή της στους ναυτικούς ήταν διαδεδομένη. Για το λόγο αυτό η πρώτη περίθαλψη που έλαβαν οι ναυτικοί ήταν για τη φυματίωση. Ο Πλοίαρχος του Λιμενικού και μετέπειτα βουλευτής Θεόδωρος Κιζάνης ήταν εκείνος που ίδρυσε το πρεβεντόριο των Μελισσίων ειδικά για τους φυματικούς ναυτικούς.
Ο «Οίκος Ναύτου» κατέστη γρήγορα αναγκαίος και μεταφέρθηκε στη συμβολή των οδών Υψηλάντου και Τσαμαδού σε ένα διώροφο οίκημα. Εκεί μπαινόβγαινε ο θαλασσόκοσμος του Πειραιά που τότε αριθμούσε 80 χιλιάδες ναυτικούς! Τις περιόδους εργατικών κρίσεων που η ανεργία και η δυσκολία εξεύρεσης ναυτολογίου χτυπούσε αλύπητα τους ναυτικούς, έξω από τον «Οίκο Ναύτου» δεν έβλεπε κανείς απλώς ουρές, αλλά αναμονή χιλιάδων ναυτικών που πεινούσαν και έσπευδαν απεγνωσμένοι να εξοικονομήσουν ένα κομμάτι ψωμί για τους ίδιους και τις οικογένειές τους.
Υπήρχαν εποχές κρίσης που τα πλοία ήταν στη σειρά δεμένα στα λιμάνια. Ο «Οίκος» βοηθούσε τους ναυτικούς να πληρώσουν τα εισιτήρια μετάβασης στο λιμένα ναυτολόγησης, προς ανάληψη εργασίας, καθώς λόγω του γεγονότος ότι ήταν μακροχρόνια άνεργοι (δηλαδή ξέμπαρκοι), δεν είχαν χρήματα να ταξιδέψουν στο λιμάνι για να παραλάβουν το πλοίο. Τους κατέβαλλε το ήμισυ των εξόδων αποστολής (εισιτηρίων), προκειμένου περί ανέργων αξιωματικών, και τα τρία τέταρτα προκειμένου περί κατωτέρων πληρωμάτων.
Όταν αργότερα ο άνεργος ναυτικός πληρωνόταν από την εργασία του, επέστρεφε τα χρήματα που το ίδρυμα είχε προκαταβάλλει. Στους υπόλοιπους άνεργους ναυτικούς που συνέχιζαν να μην βρίσκουν μπάρκο, χορηγούσε οκτώ δραχμές την ημέρα για φαγητό και άλλες τόσες για στέγαση, μέχρι να βρεθεί πλοίο να μπαρκάρουν.
Από το 1927 που ιδρύθηκε μέχρι το 1933 έκανε άλματα εξέλιξης. Ο «Οίκος Ναύτου» αναλάμβανε μέχρι και την πλήρη κάλυψη ιατρικής και φαρμακευτικής περίθαλψης, κάτι που τότε ήταν ασυνήθιστο.
Φρόντιζε ακόμα και για εύρεση εργασίας στους ναυτικούς, ειδικά όταν στον Πειραιά ιδρύθηκε επί Ελευθερίου Βενιζέλου, Γραφείο Ναυτικής Εργασίας με το οποίο υπήρχε στενή συνεργασία. Συνεπώς με όλα αυτά παρείχε ολοκληρωμένη προστασία τόσο στους ίδιους ανέργους ναυτικούς σε όλα τα επίπεδα, όσο και στις οικογένειές τους στις οποίες επίσης παρείχε ψωμί, φάρμακα, ιατρική και φαρμακευτική περίθαλψη, στέγη για ύπνο κ.ο.κ.
Μια καινοτομία του «Οίκου Ναύτου» ήταν λεγόμενοι αρτοδοτούμενοι! Σε κάθε προστάτη πατρικής οικογένειας προσέφερε καθημερινώς μια οκά ψωμί όταν η οικογένειά του αποτελούταν από τρία άτομα, μιάμιση οκά για τα τέσσερα άτομα και δύο οκάδες για οικογένειες πέντε ατόμων και άνω. Η παροχή στους αρτοδοτούμενους διαρκούσε μέχρι και εννέα μήνες.
Πέραν όλων αυτών ο «Οίκος Ναύτου» είχε ιδρύσει εστιατόριο στον ισόγειο χώρο του κτηρίου δυνατότητας σίτισης ταυτόχρονα 90 ατόμων. Όταν υπήρχε ανάγκη εγχειρίσεως έστελναν τον ασθενή σε διάφορες κλινικές του Πειραιά με έξοδα του ιδρύματος. Η παραμονή στις κλινικές με τα επιδόματα τροφής και στέγασης που συνήθως την συνόδευαν δεν μπορούσαν να διαρκέσουν όμως πέραν των 12 μηνών.
Τις εορτές των Χριστουγέννων και του Πάσχα παρείχε επιδόματα τα οποία δεν ήταν σταθερά, αλλά ήταν ανάλογα με τους διαθέσιμους πόρους και τον προϋπολογισμό του. Σταδιακά καθώς ο αριθμός των ναυτικών που ανέμεναν βοήθεια διαρκώς αυξανόταν, θεσπίστηκαν περιορισμοί, με κυριότερο τον χρόνο θαλάσσιας υπηρεσίας. Αν δηλαδή ο ναυτικός δεν είχε συμπληρώσει διετή θαλάσσια υπηρεσία, δεν μπορούσε να τύχει προστασίας του ιδρύματος. Αργότερα προστέθηκε μια ακόμα προϋπόθεση. Εκτός από την διετή θαλάσσια υπηρεσία όφειλε το τελευταίο δωδεκάμηνο, να είχε ναυτολογηθεί τουλάχιστον για τέσσερις μήνες.
Οι πλοιοκτήτες δεν προσέφεραν θέσεις εργασίας στο «Γραφείο Ναυτικής Εργασίας» αλλά σε διάφορους «μεσίτες» του λιμανιού, οι οποίοι αξίωναν μεγάλα ποσά, ως μεσιτικά. Όμως όταν η εργασία βρισκόταν μέσω των μεσιτών ο «Οίκος Ναύτου» δεν προκατέβαλε τα έξοδα μετάβασης στο λιμάνι ναυτολόγησης, με αποτέλεσμα οι προϋποθέσεις που είχαν τεθεί εκ μέρους του ιδρύματος, να αποτελούν δύσκολο, πραγματικά αξεπέραστο εμπόδιο. Προς τα τέλη της δεκαετίας του 1930 που η ναυτική εργασία άνοιξε κάπως, τα εμπόδια ξεπεράστηκαν.
Στο κτήριο του ιδρύματος, συμβολή οδών Υψηλάντου με Τσαμαδού, έφτασαν τελικώς να λειτουργήσουν όλα τα ιατρεία, παθολογικό, χειρουργικό, οφθαλμολογικό, γυναικολογικό, μαιευτικό, οδοντιατρικό μέχρι και αφροδισιακό καθώς τα αφροδίσια νοσήματα αποτελούσαν μάστιγα για τους ναυτικούς. Στη θέση του παλαιού διώροφου οικοδομήθηκε τετραώροφο μέγαρο, τεράστιο για την εποχή του, το οποίο συνδέθηκε άμεσα με την ιστορία του ιδρύματος.
Στο μεταξύ ιδρύθηκε και το παράρτημα «Οίκου Ναύτου» στην Αθήνα το οποίο απορρόφησε άλλους 25 χιλιάδες ναυτικούς κι έτσι το κεντρικό του Πειραιά ελαφρύνθηκε κάπως. Ο «Οίκος Ναύτου» στον Πειραιά μεταφέρθηκε σε μεγαλύτερο κτήριο στην Τερψιθέα (εκεί όπου βρίσκεται σήμερα). Η θεμελίωσή του έγινε τον Αύγουστο του 1979 από τον Υπουργό Εμπορικής Ναυτιλίας Κεφαλογιάννη, και σύμφωνα με το σχέδιο κατασκευής του προέβλεπε οκτώ ορόφους, με δύο υπόγεια γκαράζ. Στο μεταξύ 36 παραρτήματα του ιδρύματος σε όλη την Ελλάδα εξυπηρετούσαν άλλους 50 χιλιάδες ναυτικούς. Οι οικονομικοί πόροι για τη λειτουργία του «Οίκου Ναύτου» προσφέρονταν μέχρι εσχάτως από το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο.
- – Εφημ. “Ελευθερία” 20.12.1964, άρθρο “Το πρώτο ασφαλιστικό ίδρυμα των ναυτικών” του Νάσου ΓΕΩΡΓΑΚΑΛΟΥ, σελ. 8
- – ΦΕΚ Α’ 32/1-3-1927- Εφημερίδες εποχής.
- – “Ν.Α.Τ.: Πώς και γιατί φτάσαμε στην χρεωκοπία” του Νίκου Βλαχόπουλου