του Στέφανου Μίλεση, Συγγραφέα, Προέδρου Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς

Ο όρος “κιγκαλερία” αποτελεί άμεσο δάνειο της γαλλικής λέξης “Quincaillerie” με την οποία εννοείται η επιχείρηση που προβαίνει στην πώληση κάθε είδους μεταλλικού αντικείμενου μικρού ή μεγάλου, που αποτελεί υλικό διακόσμησης μιας οικίας και του κήπου της (κάγκελα, πόμολα, σύρτες, πλέγματα κ.α.).

Αν και ο όρος αυτός συναντάται σε πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες, όσον αφορά στην Ελλάδα ο δανεισμός έγινε απευθείας από την γαλλική γλώσσα. Κι αυτό διότι παλαιότερα οι γαλλικοί τρόποι διακόσμησης, τέχνης, δόμησης και συμπεριφοράς επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό και την ελληνική κοινωνία όπως και πολλές άλλες κοινωνίες (τσαρικής Ρωσίας, Ρουμανίας ακόμα και την ίδια την Αγγλία). Οι γαλλικές συνήθειες και νεωτερισμοί υιοθετήθηκαν από την ελληνική αστική τάξη ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα, που μαζί με την γαλλική γλώσσα που θεωρείτο απαραίτητη στην “καλή” κοινωνία, το πιάνο και το μπαλέτο υιοθετήθηκαν και γαλλικοί όροι όπως καλοριφέρ, βολάν, ασανσέρ, μπουφέ, κ.ο.κ.

Στην καθαρεύουσα το “κάγκελο” λέγεται “κιγκλίδωμα” ενώ στα αρχαία ελληνικά ήταν “Βαλαύστριον”. Στην αρχιτεκτονική η περιγραφή της έννοιας “κάγκελο” αποδίδεται ως “μορφοποιημένος άξονας, τετράγωνος ή στρογγυλόμορφος, που στέκεται σε ένα ενιαίο έδαφος και υποστηρίζει ένα παραπέτο ή το χειρολίσθημα μιας σκάλας”.1

Βασιλιάς των προϊόντων των καταστημάτων των ειδών κιγκαλερίας ήταν φυσικά τα προστατευτικά διακοσμητικά κάγκελα παραθύρων που μαζί με τα κάγκελα μπαλκονιών δημιούργησαν ένα ιδιαίτερο είδος διακοσμητικής τέχνης. Οι τεχνίτες των κάγκελων παραθύρων και μπαλκονιών, οι σιδηρουργοί, έμειναν στην αφάνεια για τους απλούς αγοραστές και δημιουργούσαν όνομα “καλού μάστορα” μόνο στον επαγγελματικό τους χώρο. Έτσι σήμερα θαυμάζουμε την τέχνη που έχει αποτυπωθεί σε διάφορα είδη κάγκελων που συνεχίζουν να σώζονται στις παλιές νεοκλασικές οικίες αγνοούμε ωστόσο τους δημιουργούς. Το ίδιο συνέβαινε και στις παλαιότερες εποχές όπου το εμπορικό κατάστημα κιγκαλερίας δημιουργούσε όνομα για κάγκελα παρότι δεν τα κατασκεύαζε το ίδιο αλλά τα προμηθευόταν από κάποιον σιδηρουργό που ήταν και ο δημιουργός τεχνίτης.

Από τον εξώστη της Σπηλιάς του Παρασκευά

Σχέδια και αναπαραστάσεις

Τα σχέδια, ο ρυθμός, οι αναπαραστάσεις, τα αρχικά ονομάτων των ιδιοκτητών ή το έτος που οικοδομήθηκε ένα κτίριο αποτυπώνονται κατόπιν παραγγελίας των πελατών εκφράζοντας τις απόψεις τους για τον κοινωνικό περίγυρο, την ευαισθησία τους ή την καλλιτεχνική τους διάθεση. Οι παραγγελίες δίνονταν με απευθείας επικοινωνία του πελάτη με τον κατασκευαστή σιδηρουργό αν ο αγοραστής επιθυμούσε ειδική κατασκευή που να εμπεριέχει προσωπικό στοιχείο όπως αρχικά ονόματος, επιχείρησης ή έτος κατασκευής. Τα αρχικά ή (και) το έτος οικοδόμησης αποτελούν ιστορικές μαρτυρίες που δίνουν πρωταρχικές πληροφορίες στους διαβάτες.

Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Χαρακτηριστική περίπτωση αναγραφής κτήτορα οικίας και έτους κατασκευής είναι του Γεωργίου Μιζάρα, 1935. Το οικοδόμημα για την εποχή του χαρακτηρίστηκε “Μέγαρο” και έγινε γνωστό ως “Μέγαρο Μιζάρα”. Ο Μιζάρας Ηπειρώτης στην καταγωγή και εμποροκτηματίας, διετέλεσε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου των Ηπειρωτικού Συνδέσμου Πειραιώς. Μεταξύ άλλων διατηρούσε και αποθήκες σανού σε διάφορα σημεία του Πειραιά. Πέθανε το 1939 αφήνοντας σημαντικά ποσά στο Γηροκομείο Πειραιώς και στο Ζάννειο Ορφανοτροφείο. Η κηδεία του έγινε στην Αγία Τριάδα με παρόντες τις διοικήσεις των δύο ιδρυμάτων. Το κτίριό του στη συμβολή των οδών Καραολή Δημητρίου και Φίλωνος διαγώνια έναντι του παλαιού Ταχυδρομείου Πειραιώς, χρησιμοποιήθηκε από τους απογόνους του. Τον Δεκέμβριο του 1940 επιτάχθηκε προκειμένου οι αίθουσές του να χρησιμοποιηθούν για τη συγκέντρωση δεμάτων στο μέτωπο. Το όνομά του διατηρήθηκε για χρόνια μέχρι την κατεδάφιση του κτιρίου. Σε μια πολιτεία όπου σεβόταν την ιστορία της τμήμα περίτεχνων κάγκελων όπως αυτών θα μεταφέρονταν προς διατήρηση στο “Μουσείο Πόλεως”. Όμως ο Πειραιάς εκτός του ότι στερείται Μουσείου Πόλεως, στερείται και της θέλησης να διατηρήσει την ιστορική του μνήμη.

Από το κατεδαφισμένο πλέον οίκημα στη συμβολή των οδών Καραολή Δημητρίου και Φίλωνος
Από κτίριο στην Δημητρίου Γούναρη με Καραολή και Δημητρίου

Αν ο αγοραστής δεν επιθυμούσε προσωπικό στοιχείο στα κάγκελα τότε επισκεπτόταν ένα κατάστημα Κιγκαλερίας όπου επέλεγε από τα υπάρχοντα σχέδια. Κάγκελα σε μοντέρνα σχέδια στην εποχή τους εκφράζουν πρόοδο και πίστη στην βιομηχανική ανάπτυξη, μαίανδροι και γραμμικά σχέδια που επαναλαμβάνονται εκφράζουν αγάπη στην παράδοση και στο παρελθόν.

Στην οδό Τσαμαδού στο ύψος της αγοράς
Καραολή Δημητρίου και Κολοκοτρώνη

Τα κάγκελα παραδοσιακά, νεοκλασικά ή μοντέρνα ήταν όλα μασίφ και χειροποίητα. Στον Πειραιά στις αρχές του 20ου αιώνα συναντούμε να λειτουργούν εργαστήρια 15 σιδηρουργοί και μόνο 4 επιχειρήσεις κιγκαλερίας, καταδεικνύοντας πως οι ιδιοκτήτες προτιμούσαν να παραγγέλνουν κάγκελα που να εμπεριέχουν ιδιαίτερα στοιχεία αντί των έτοιμων των ειδών κιγκαλερίας.

Σιδηρουργεία στον Πειραιά (1907)

Καθώς ο παππούς μου από την πλευρά της μάνας μου Παναγιώτης Ζώης και τα δύο αδέλφια του Πέτρος και Παύλος (γνωστοί στον Πειραιά ως οι τρεις “Π”) διατηρούσαν στις αρχές του 20ου αιώνα σιδηρουργεία στον Πειραιά θα ξεκινήσω από τους τεχνίτες κατασκευαστές των κάγκελων που σήμερα θαυμάζουμε:

Ανυφαντής Κωνσταντίνος, Φίλωνος 126

Γιαννολίτσας, Λεωφόρο Μιαούλη 30 (νυν Εθνικής Αντιστάσεως)

Γκούβερης Α. Λεωφόρο Μιαούλη 36

Δημητρίου Κ. Λεωφόρο Μιαούλη 36

Ζωγραφάκη Ν. Φίλωνος 122

Ζώης Παναγιώτης, Φίλωνος 134

Ζώης Πέτρος, Φίλωνος 126

Ζώης Παύλος, Φίλωνος 138

Καλαφάτης Ε. Λεωφόρο Μιαούλη 36

Μαμουτζόπουλος Θ. Φίλωνος 134

Σκλάβος Παντελής, Φίλωνος 126

Τσεκόπουλος και Παυλάκος, Καραΐσκου 79

Παπαδογιάννης Ν. Στην Πολυδεύκους

Τσαγκαράκης, Φίλωνος 34

Χριστόδουλος Χρ. Τσαμαδού 80

Κατάστημα Σιδηρικών στον Πειραιά την δεκαετία του 1920

Καταστήματα Κιγκαλερίας στον Πειραιά (1907)

Αγγελόπουλος, Αριστείδου 24

Γιαννόπουλος, Μιαούλη 18

Λουκόπουλος Π., Καποδιστρίου 2

Σιδέρης Μπεκιάρης και ΣΙΑ, Ναυαρίνου 7

Κατάστημα Κιγκαλερίας στον Πειραιά την δεκαετία του 1920

Κάγκελα και Καγκελάριοι

Τα κάγκελα ως τέχνη διακοσμητική αλλά και προστασίας / ασφαλείας, αφού τοποθετούνταν σε παράθυρα και εξώστες, από την αρχαιότητα εκτός από τον ρόλο που διαδραμάτισαν ταυτίστηκαν με την εξουσία και τους υψηλόβαθμους κρατικούς υπαλλήλους. Ο γραμματέας των ρωμαϊκών δικαστηρίων παρείχε υπηρεσίες στον κόσμο προστατευμένος πίσω από καγκελόφρακτο άνοιγμα. Καθώς τα κάγκελα στα λατινικά καλούνται “cancelli” εκείνος που στέκεται πίσω από αυτά ονομάστηκε cancellararius δηλαδή “καγκελάριος”. Έτσι κατ’ αναλογία κάθε υψηλόβαθμος υπάλληλος του κράτους έλαβε τον τίτλο του Καγκελάριου, που μέσω της Φραγκοκρατίας έφτασε και στην Ελλάδα όπου αρχικά σήμαινε τον γραμματέα των κοινοτήτων, σταδιακά όμως χρησιμοποιήθηκε και για άλλα αξιώματα. Είναι γνωστό πως σε Γερμανία και Αυστρία με τον όρο “Καγκελάριος” νοείται ο Πρωθυπουργός.

1 Κάγκελο – Βικιπαίδεια

Διαβάστε σχετικώς:

Τα ρόπτρα στον Πειραιά και ο ευρύτερος συμβολισμός τους 

Το κυνήγι των γαμπρών της φαληρικής εξέδρας (έκφραση της π…. το κάγκελο!)

Author

Ο Στέφανος Μίλεσης είναι συγγραφέας με εξειδίκευση στην επιχειρηματική ιστοριογραφία (MSc στην Διοίκηση Επιχειρήσεων). Από νωρίς καταπιάστηκε όμως και με τη μελέτη της αστικής ηθογραφίας και λαογραφίας, τις αστικές παραδόσεις, την τοπική και ναυτική ιστορία.