του Στέφανου Μίλεση
Η Δόμνα Βισβίζη, υπήρξε μια όμορφη φυσιογνωμία της ελληνικής επανάστασης, μια δυνατή καπετάνισσα και αρχόντισσα της Θράκης. Το όνομά της ίσως να μην είναι τόσο γνωστό, όσο της Μπουμπουλίνας ή της Μαυρογένους, ωστόσο η φήμη της για την τόλμη της και τη γενναιότητά της, για την αυταπάρνηση και την αυτοθυσία που τη διέκρινε ήταν μεγάλη.
Αυτή η ηρωική μορφή της εθνικής μας παλιγγενεσίας στο τέλος της ζωής της, ύστερα από πολλές περιπέτειες και περιπλανήσεις, πίκρες και απογοητεύσεις, θα πεθάνει μακριά από τη γενέτειρα γη της, που ήταν η πόλη της Αίνου Θράκης, πάμπτωχη και ξεχασμένη σε ένα φτωχικό σπιτάκι στον Πειραιά.
Φαίνεται ότι ο Πειραιάς προσέλκυσε πολλούς από τους ναυμάχους και οπλαρχηγούς της επανάστασης, που επέλεγαν να αφήσουν την τελευταία τους πνοή δίπλα στη θάλασσα του Σαρωνικού. Δεν ήταν μόνο η περίπτωση του Νικήτα Σταματελόπουλου (του Νικηταρά) που πέθανε ξεχασμένος κι έρημος στον Πειραιά σε ηλικία 68 ετών, στις 25 Σεπτεμβρίου του 1849.
Πολλοί αγωνιστές και ήρωες της επανάστασης, επέλεγαν κάτω από ακραίες συνθήκες φτώχειας και καταφρόνησης, να ζήσουν τα τελευταία χρόνια της ζωής τους στη μικρή κι ασήμαντη ακόμα πολίχνη του Πειραιά, που κινείτο αθόρυβα δίπλα στο κέντρο εξουσίας που ήταν η Αθήνα.
Δεν γνωρίζουμε τι ήταν εκείνο που προσέλκυσε τους αλλοτινούς ήρωες να καταφύγουν στον Πειραιά για να ξοδέψουν τα τελευταία χρόνια της ζωής τους. Να ήταν άραγε οι ακτές που βρέχονταν από θάλασσα και που θύμιζαν στους νησιώτες την ιδιαίτερη πατρίδα τους; Ή μήπως το απόμερο που προσέφερε η μικρή πολίχνη, που βρισκόταν όμως κοντά στο πολύβουο κέντρο;
Για τον Νικηταρά φυσικά γνωρίζουμε ότι οι αρμόδιες αρχές εκτιμώντας τον αγώνα του, εξέδωσαν στον Πειραιά άδεια επαίτη! Του όριζαν μάλιστα και συγκεκριμένο σημείο στο οποίο και μόνο επιτρεπόταν να επαιτεί. Όμως για τη Δόμνα Βισβίζη και την εγκατάστασή της στον Πειραιά γνωρίζουμε πολύ λίγα, όσον αφορά τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής της που τα πέρασε στην πόλη μας. Γνωρίζουμε μόνο ότι κάθε μέρα πρόβαλε στο κατώφλι του φτωχικού της για να κοιτάζει τη θάλασσα που αγάπησε και που στάθηκε το δικό της πεδίο μάχης και συνεισφοράς στον αγώνα της ανεξαρτησίας.
Η Δόμνα γεννήθηκε το 1783 στην Αίνο της Ανατολικής Θράκης. Στα 24 χρόνια της η Δόμνα παντρεύτηκε τον εύπορο Αντώνη Βισβίζη που αργότερα θα γίνει και μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Η Δόμνα από το γάμο της απέκτησε πέντε παιδιά. Και παρότι η οικογένεια είχε ανάγκες ο σύζυγός της Αντώνης ξόδευε τα χρήματα για τις ανάγκες της Φιλικής Εταιρείας. Παρόλο που η Δόμνα προερχόταν από οικογένεια γαιοκτημόνων μέσω της επαφής που είχε από τις επιχειρήσεις του συζύγου της Αντώνη άρχισε να αγαπάει τη θάλασσα.
Τα Χριστούγεννα του 1820 ο Αντώνης αγόρασε ένα πλοίο που ήταν εντυπωσιακό από το μέγεθός του. Στην πλώρη του έγραφε με τεράστια γράμματα «Καλομοίρα». Εκτός από το μέγεθός του το πλοίο αυτό ήταν εξοπλισμένο με 16 κανόνια, είχε πλήρωμα 140 άτομα, ενώ διέθετε μια τεράστια σάλα συνεδριάσεων που χωρούσε πολλά άτομα για αυτό και εντός αυτής θα συνεδριάζει αργότερα η προσωρινή κυβέρνηση.
Όταν ξέσπασε η επανάσταση ο Αντώνης Βισβίζης, γεμάτος ενθουσιασμό είπε στη γυναίκα του ότι αν ήθελε να τον ακολουθήσει, θα έπρεπε να αφήσει στην άκρη το σπίτι τους και όλα τους τα υπάρχοντα, να λάβει μαζί της τα παιδιά τους και να επιβιβαστούν στο μεγάλο και νεόδμητο καράβι τους, ώστε να ακολουθήσουν τον ψαριανό στόλο. Και η νεαρή γυναίκα χωρίς να σκεφτεί ούτε μια στιγμή την τεράστια περιουσία που άφηνε πίσω της, την ασφάλεια του σπιτιού της και την άνετη ζωή της, άφησε για πάντα τη ζωή που μέχρι τότε έκανε και μπλέχτηκε στις περιπέτειες του αγώνα.
Πολεμώντας διαρκώς έφτασε μαζί με άλλα πλοία στον Άθω όπου αποβίβασαν τον Εμμανουήλ Παππά για να κηρύξει την επανάσταση στη Μακεδονία. Η επαναστατική διοίκηση στη συνέχεια διέταξε τον Αντώνη Βισβίζη να τραβήξει κατά τον Ευβοϊκό για να βοηθήσει τον Υψηλάντη που ήδη μαχόταν εκεί μαζί με τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον Νικήτα Σταματελόπουλο. Μέσα στη σάλα του πλοίου “Καλομοίρα” συνεδρίαζε η ηγεσία του αγώνα για τον πόλεμο της Εύβοιας.
Την ώρα της συνεδρίασης μαντάτο έφτασε στο πλοίο ότι οι Τούρκοι πίεζαν τους Έλληνες να τους πετάξουν στη θάλασσα. Τότε ο Βισβίζης διέκοψε τη συζήτηση και φώναξε να κατεβάσουν γρήγορα τις βάρκες του πλοίου για να προστρέξουν να βοηθήσουν τους Έλληνες στη στεριά. Λίγο πριν πηδήξει από το κατάστρωμα του πλοίου στη βάρκα γύρισε στη γυναίκα του και της φώναξε:
– “Δόμνα αν δεν γυρίσω πίσω πάρε τη διοίκηση του καραβιού και συνέχισε να πολεμάς ώσπου να ελευθερωθεί η Ελλάδα μας. Ο Θεός είναι μαζί μας”.
Όμως ο Αντώνης Βισβίζης ευρισκόμενος ακόμα μέσα στη βάρκα δέχθηκε μια σφαίρα και πέθανε. Η Δόμνα χωρίς άλλη καθυστέρηση ανέβηκε στη γέφυρα και άρχισε να δίνει τις απαραίτητες διαταγές με θαυμαστό τρόπο λες και ήταν καπετάνισσα από χρόνια.
Για περισσότερο από τρία χρόνια η Δόμνα κατάφερνε να τριγυρίζει ανάμεσα στα τουρκικά πλοία και να μεταφέρει πολεμοφόδια. Δύο φορές ο Πασάς της Χαλκίδας προσπάθησε να αποβιβαστεί στη Βοιωτία. Τα κανόνια της Δόμνας όμως τον εμπόδισαν.
Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος έγραψε με ευγνωμοσύνη πώς σώθηκε αυτός και οι άνδρες του χάρη στην επέμβαση της Δόμνας με το πλοίο της. Η Δόμνα έφτασε να αποκαλείται Κυρά των Θαλασσών. Ήταν ο τρόμος των Τούρκων στα νερά της Ευβοίας. Όμως όσο μεγάλη όμως κι αν ήταν η περιουσία της δεν θα μπορούσε αμείωτα να συντηρεί ένα πολεμικό καράβι. Έτσι κάποτε έβαλε πλώρη για την Ύδρα και παρέδωσαν το διαλυμένο από τις μάχες πλοίο στις αρχές του νησιού.
Η καπετάνισσα είχε ξοδέψει όλη της περιουσία στην υπόθεση του Αγώνα. Από το λαιμό της είχε βγάλει και είχε πουλήσει μέχρι και τα κοσμήματά της για να αγοραστούν με τα χρήματα από αυτά μπαρούτι και όπλα. Κι όταν δεν είχε πια τι άλλο να πουλήσει, παρέδωσε το πλοίο της στην Κυβέρνηση για να το χρησιμοποιήσει όπως εκείνη πίστευε καλύτερα. Πήγε αρχικά στη Μύκονο όπου αυτή και τα παιδιά της ζούσαν στοιβαγμένοι σε ένα μικρό δωμάτιο. Κάποτε έφτασε μια πληροφορία στο νησί.
Ο Μιαούλης ναυμαχούσε λυσσαλέα του Τούρκους. Πάνω στο καπνό και στην αντάρα της μάχης ο Ανδρέας Πιπίνος πλησίασε με ένα μπουρλοτιέρικο πλοίο το “Καλομοίρα” και ανατίναξε την τουρκική ναυαρχίδα «Χοσνέ Γκεμισί» μαζί με τους 300 άνδρες της. Και το μπουρλοτιέρικο αυτό πλοίο ήταν της Δόμνας Βισβίζη!
Η ανταμοιβή της Δόμνας για τη συμμετοχή της στους αγώνες της ανεξαρτησίας ήταν η πείνα και η εξαθλίωση για την ίδια και τα παιδιά της. Άστεγη πλέον τριγυρνούσε δώθε κείθε αναζητώντας τρόπους επιβίωσης. Ναύπλιο, Ερμιόνη, Ερμούπολη, Άργος.
Κρατούσε στα χέρια της τα διάφορα πιστοποιητικά που της είχαν χορηγήσει ο Υψηλάντης, ο Ανδρούτσος και άλλοι οπλαρχηγοί τα οποία βεβαίωναν την πολεμική της δράση. Στεκόταν στις ουρές των διαφόρων επιτροπών όπου την περιγελούσαν ή την αμφισβητούσαν. Αντί της αποζημίωσης που με τόσο ευκολία χορηγούσαν σε αμφισβητούμενους οπλαρχηγούς, η δράση των οποίων ήταν άγνωστη, στην Δόμνα Βισβίζη χορήγησαν τελικώς μόνο μια μηνιαία σύνταξη τριάντα δραχμών. Την κατώτερη!
Από το 1845 επέλεξε να ζήσει πλάι στο κύμα της θάλασσας στον Πειραιά, άγνωστο ακριβώς πού. Πέθανε το 1850 λίγους μόλις μήνες ύστερα από το θάνατο του Νικηταρά. Τον ακολούθησε φαίνεται στην κοινή πορεία που η μοίρα είχε χαράξει να βρεθούν μαζί. Πεδίο της μάχης, Πειραιάς, θάνατος στην απόλυτη φτώχεια.
Η κηδεία της όμως δεν είχε καν το χαρακτήρα απόδοσης τιμών σε έναν αγωνιστή όπως τουλάχιστον συνέβη με τον Νικηταρά. Η προτομή της σήμερα βρίσκεται στο Πεδίο του Άρεως τοποθετημένη μόλις το 2005 και αλλοιωμένη από τα σπρέι των σύγχρονων “επαναστατών”. Στον Πειραιά η Δόμνα, η Κυρά των Θαλασσών παραμένει φυσικά μια τελείως άγνωστη μορφή.
Πηγή: Από το έργο της Μιχ. Αβέρωφ «Γυναίκες του ‘21», Αθήνα, 1966