του Στέφανου Μίλεση

Συγγραφέα, Προέδρου Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς

Ο πεζογράφος και ποιητής Αστέρης Κοββατζής γεννήθηκε το 1916 στο Κιάτο Κορινθίας και πέθανε στην Αθήνα στις 20 Δεκεμβρίου 1983. Τελείωσε τη νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και έλαβε άδεια ασκήσεως δικηγορίας ωστόσο προτίμησε να ενταχθεί στον δημοσιοϋπαλληλικό κλάδο.

Υπηρέτησε στον πόλεμο του 1940 ως υπαξιωματικός στέλνοντας επιστολή από το μέτωπο προς τα “Νεοελληνικά γράμματα” (φ. 14 Δεκεμβρίου 1940) γράφοντας “Σας γράφω από τα βουνά που μας γιόμισαν την καρδιά από λατρεία, από Ελλάδα…Τι ευτυχία να ξυπνάνε μέσα σου οι πρόγονοί σου. Είμαι πολύ νέος ακόμα, ώστε να μην έχω κατορθώσει να συμπληρώσω ένα ακέραιο, ένα μόνιμο έργο, που να αντέξει στη φθορά, στη λησμοσύνη. Όμως δεν θάχω κανένα παράπονο άμα τύχει να σκοτωθώ μια από τούτες τις ολόλαμπρες ημέρες εδώ πάνω….”

Γνώστης της Γαλλικής, Αγγλικής και Γερμανικής γλώσσας εργάστηκε στη Γενική Γραμματεία Τύπου. Τοποθετήθηκε στην ελληνική πρεσβεία του Λονδίνου ως Μορφωτικός Ακόλουθος όπου υπηρέτησε είκοσι χρόνια. Στη συνέχεια διορίσθηκε διευθυντής Γραφείου Τύπου στο Λονδίνο. Όταν επέστρεψε από το Λονδίνο τοποθετήθηκε Διευθυντής του Υπουργείου Προεδρίας όπου κατέλαβε και τη θέση του Γενικού Διευθυντή. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Ι.Ν. Μεταμόρφωσης του Σωτήρος Κιάτου. Σύζυγός του υπήρξε η Ρόζα και παιδιά του η Μαρία, η Ελισάβετ και η Λουκία.

Από μαθητής είχε κλίση προς τα γράμματα και έφτασε να εξελιχθεί σε ένα σημαντικό ποιητή και πεζογράφο της σύγχρονης Ελλάδας. Έργα του ήταν οι ποιητικές συλλογές “Σπουδές για ακουαρέλες” (1938) “Επιστροφή” (1939) και τα διηγήματα “Επεισόδια” (1944), “Πρώτη Άνοιξη” (1946), τη συλλογή διηγημάτων “Κάτω από το γαλάζιο ουρανό” (1950), το μυθιστόρημα “Χωριάτες” (1952) και τους “Χαμένους ταξιδιώτες” (1965).

Ο Κοββατζής στάθηκε ενάντιος στις μετριότητες που είχαν επιβληθεί στα νεοελληνικά γράμματα λέγοντας πως “σε αυτό τον τόπο επιβραβεύονται οι άσημοι και οι επιτήδειοι”. Γνώριζε επίσης καλά πως τους ικανούς ανθρώπους ελάχιστοι τους αγαπούν, οι πιο πολλοί τους φθονούν και μονάχα όταν έλθει ο θάνατος αποκτούν οι γύρω τους συνείδηση της ξεχωριστής πνευματικής τους παρουσίας. Χαρακτηριστικά έλεγε “όσο ζουν τους πετροβολάμε για να κρύβουμε την δική μας αναξιότητα, μόλις πεθάνουν τους δοξολογούμε…”. Στη ζωή του στάθηκε έντιμος, χαρακτηρίστηκε από ήθος και ποτέ δεν εντάχθηκε σε κομματικές ή πολιτικές κλίκες για να ανέβει.

Για το πνευματικό του έργο ο Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Αθηναγόρας του απένειμε τον τίτλο του Άρχοντα Διδασκάλου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας.

Έμπνευσή του στάθηκε η ιδιαίτερη πατρίδα του το Κιάτο και οι άνθρωποι της κορινθιακής υπαίθρου που κινούνται στα γνωστά περιβάλλοντα που μεγάλωσε και ο ίδιος ο συγγραφέας. Κορινθιακός, Ζήρεια, Γεράνεια, ο Ακροκόρινθος, τα Δερβενάκια, η αρχαία Κόρινθος, τα Ίσθμια, η Σικυώνα, η Στυμφαλία.

Ο Ι.Ν. Μεταμόρφωσης Σωτήρος Κιάτου στην οποία η οικογένεια Κοββατζή βοήθησε οικονομικά

Ο Κοββατζής δεν περιορίστηκε μόνο στα πεζογραφήματα και ποιήματα αλλά επιδόθηκε με επιτυχία και στη λογοτεχνική κριτική μέσα από τα “κριτικά του σημειώματα” αλλά και στην αρθρογραφία σε πολιτικά και κοινωνικά θέματα που άπτονταν της θητείας του στο Λονδίνο. Κείμενά του συναντούμε στο περιοδικό “Νέα Εστία”, “Πειραϊκά Γράμματα”, “Φιλολογικά χρονικά”, “Φιλολογική Πρωτοχρονιά”, “Κορινθία”, “Απογευματινή”, “Βραδυνή”, “Ημέρα”, “Ελληνική Δημιουργία”, κ.α. Στα “Φιλολογικά Χρονικά” μάλιστα αποτελούσε και μέρος της συντακτικής του επιτροπής.

Το 1952 ο Πρόεδρος της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς Γιάννης Χατζημανωλάκης κατέταξε το βιβλίο του Κοββατζή με τίτλο “Χωριάτες” που εκδόθηκε εκείνη τη χρονιά ως ένα από τα αξιολογότερα έργα, σε μια σειρά άρθρων που δημοσίευε στην πειραϊκή εφημερίδα “Ελληνική ώρα” υπό τον τίτλο “Η νεοελληνική πεζογραφία”.

Η εξόδιος ακολουθία του Αστέρη Κοββατζή έλαβε πάνδημο χαρακτήρα στο Κιάτο, στον Ι.Ν. Μεταμορφώσεως του Σωτήρος. Ο Δήμος Κιάτου τίμησε τον Αστέρη Κοββατζή με ψήφισμα που έλαβε ομόφωνα το δημοτικό συμβούλιο. Οι “Πνευματικές σελίδες” ανακοινώνοντας τον θάνατό του (φ. Γενάρη, Φλεβάρη 1984) έγραψαν: “Έζησε αθόρυβα επειδή στην απομόνωσή του ήταν ανίκανος να θορυβήσει και να προβάλλει τον εαυτό του, απλός και ωραίος στις πράξεις του, όπως είναι όλα τα μεγάλα και αληθινά της ζωής. Διαβάζοντας κανείς Κοββατζή αισθάνεται άνθρωπος, χαίρεται το ύφος και την παραστατικότητα της αφήγησης. Δίνει αληθινούς και ανθρώπινους χαρακτήρες με αιώνιες διαστάσεις

Σήμερα στο Κιάτο συναντά κάποιος την προτομή του λογοτέχνη καθώς και μια στοά σε κεντρικό σημείο της πόλης που φέρει το όνομά του.

Ενδεικτικές Πηγές:

  • Λογοτεχνικά περιοδικά και ημερήσιες τοπικές εφημερίδες και κυρίως:
  • Αστέρης Κοβατζής, του Σήφη Κόλλια, εφημερίδα “Κορινθιακή ημέρα”, φ. 20 Ιανουαρίου 1984.
  • Εφημερίδα “Κορινθιακός Τύπος” φ. 8 Ιανουαρίου 1984
Author

Ο Στέφανος Μίλεσης είναι συγγραφέας με εξειδίκευση στην επιχειρηματική ιστοριογραφία (MSc στην Διοίκηση Επιχειρήσεων). Από νωρίς καταπιάστηκε όμως και με τη μελέτη της αστικής ηθογραφίας και λαογραφίας, τις αστικές παραδόσεις, την τοπική και ναυτική ιστορία.