του Στέφανου Μίλεση
Ο Αλέξανδρος Δ. Ζαχαρίου, αφού σπούδασε στη Ζυρίχη και εργάστηκε στη Γερμανία, επέστρεψε στην Ελλάδα το 1898 και ίδρυσε την πρώτη “Τεχνική Εταιρεία Αλέξανδρου Ζαχαρίου και Σία”, καθώς και την γνωστή οικοδομική εταιρεία “Τέκτων”.
Παρά το γεγονός ότι δεν είχε ιδιαίτερη σχέση με τον Πειραιά, τον Αύγουστο του 1910, γοητευμένος από την ομορφιά της Καστέλλας, αγόρασε μια έκταση 4.351 τετραγωνικών πήχεων στην περιοχή, έναντι 15.000 δραχμών, από τον προηγούμενο ιδιοκτήτη Αλέξανδρο Σούτσο. Η σύζυγός του, Αυγούστα, γερμανικής καταγωγής, εντυπωσιάστηκε από την απέραντη θέα της θάλασσας και ζήτησε από τον σύζυγό της να χτίσει εκεί μια έπαυλη για μόνιμη κατοικία. Ο Αλέξανδρος Ζαχαρίου πέθανε στις 27 Ιουνίου 1938, αφήνοντας κληρονόμο τη σύζυγό του Αυγούστα. Στη διαθήκη του, συνταγμένη στις 12 Μαρτίου 1937, εξέφρασε την επιθυμία του η έπαυλη στην Καστέλλα να χρησιμοποιηθεί, μετά τον θάνατο της συζύγου του, ως άσυλο για άπορους καλλιτέχνες και πνευματικούς ανθρώπους.
Η Αυγούστα Ζαχαρίου, σεβόμενη την επιθυμία του συζύγου της, συνέταξε τη δική της διαθήκη στις 18 Δεκεμβρίου 1942, κατά τη διάρκεια της Κατοχής. Στη διαθήκη αυτή, ίδρυσε το “Ίδρυμα Αλέξανδρου Δ. Ζαχαρίου”, με σκοπό την εκπλήρωση της επιθυμίας του συζύγου της ορίζοντας υπεύθυνους διαχειριστές. Τέσσερις ημέρες μετά τη σύνταξη της διαθήκης, η Αυγούστα Ζαχαρίου πέθανε (22 Δεκ. ’42). Ο σκοπός του ιδρύματος που είχε μόλις δημιουργηθεί ήταν η χρησιμοποίηση της οικίας (Έπαυλης Ζαχαρίου), για την ολιγοήμερη ανάπαυση των καλλιτεχνών με παράλληλες καλλιτεχνικές δραστηριότητες.
Το 1946 η εταιρεία “Τέκτων”, βρέθηκε σε εκκαθάριση καθώς το Διοικητικό της Συμβούλιο κρίθηκε πως είχε συνεργαστεί με τους κατακτητές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα το ίδρυμα να μείνει χωρίς πόρους γεγονός απαγορευτικό για την έναρξη λειτουργίας του. Είχε μείνει μια οικία και ένα διοικητικό συμβούλιο ενός ιδρύματος χωρίς να διαθέτει πόρους.
Το 1966, το Διοικητικό Συμβούλιο του ιδρύματος κατάφερε να επισκευάσει την έπαυλη και να προχωρήσει στις απαραίτητες μετατροπές, ώστε να ξεκινήσει η φιλοξενία των καλλιτεχνών. Για διάφορους όμως λόγους το Ακίνητο δεν κατάφερε να αξιοποιηθεί.
Το 1967 η κατάσταση άλλαξε δραματικά όταν ο Αριστείδης Σκυλίτσης ανέλαβε τη δημαρχία του Πειραιά. Ο Σκυλίτσης ανέλαβε ουσιαστικά τον έλεγχο της τύχης της Έπαυλης Ζαχαρίου, ανακοινώνοντας πως στη θέση της έπαυλης θα αναγειρόταν μια μοντέρνα κατασκευή, το “Πνευματικό Κέντρο Πειραιώς”.
Εν τω μεταξύ, η παραλία της περιοχής είχε επιχωματωθεί, μετατρέποντας την κάποτε παραθαλάσσια έκταση της έπαυλης σε ηπειρωτική. Το 1971 ξεκίνησε η ανέγερση μιας τεράστιας τσιμεντοκατασκευής, αφού κατεδαφίστηκε χωρίς κανέναν έλεγχο η πανέμορφη Έπαυλη Ζαχαρίου. Το κόστος αυτής της κατασκευής υπολογίστηκε σε δέκα εκατομμύρια δραχμές, ένα ποσό που ο Δήμος Πειραιά δεν διέθετε.
Για να καλύψει τα έξοδα, ο Σκυλίτσης σχεδίασε να πωλήσει τα καλλιτεχνικά έργα και τα κοσμήματα που βρίσκονταν εντός του Ιδρύματος. Έκτοτε κοσμήματα, έργα τέχνης, συλλογές σπάνιων βιβλίων καθώς και διάφορες άλλες συλλογές μεγάλης αξίας εξαφανίστηκαν, ενώ μικρός αριθμός μόνο έργων τέχνης (πίνακες ζωγραφικής) έχει διασωθεί και φυλάσσεται στην Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά. Την δεκαετία εκείνη είχαν γραφτεί πολλά σχετικά άρθρα που όμως δεν κίνησαν το ενδιαφέρον για περαιτέρω έρευνες….
Το σχέδιο του Σκυλίτση προέβλεπε πως το ίδρυμα θα διατηρούσε τη διαχείριση του νέου κτηρίου, αλλά μόνο σε ένα μικρό μέρος του, το οποίο θα διέθετε λίγα δωμάτια για τη διαμονή απόρων καλλιτεχνών, που θα έφταναν μόνο τους δέκα. Δηλαδή, από ένα κτήριο που θα διέθετε αίθουσες εκδηλώσεων, προβολών και εκθέσεων χωρητικότητας 400 ατόμων, μόνο 7 με 10 άποροι καλλιτέχνες θα μπορούσαν να φιλοξενηθούν. Το υπόλοιπο θα χρησιμοποιείτο για παραγωγή κέρδους. Ορίστηκε μάλιστα πως ο εκάστοτε Δήμαρχος Πειραιά είναι και ο Πρόεδρος του ιδρύματος όρος που ισχύει μέχρι και σήμερα. Τα χρόνια παρόλα αυτά περνούσαν και το ακίνητο έμενε εγκαταλειμμένο.
Κάθε αξιοποίηση του ακινήτου και κατά συνέπεια του ιδρύματος προσέκρουε πάνω στο τείχος του γραφειοκρατικού τέρατος του δημοσίου. Εμφανίζονταν εμπόδια όπως διαφορές εγγραφών στο κτηματολογικό βιβλίο, διαφορές στα κτηματολογικά διαγράμματα, στα οποία αλλού το ακίνητο εμφανίζεται ως “αγνώστου ιδιοκτήτη” και αλλού πως ανήκει στο δημόσιο επειδή “προήλθε από προσχώσεις της θαλάσσης, που βρισκόταν σε αυτόν τον χώρο”!… Αφού δηλαδή κατεδαφίστηκε η παλαιά αρχοντική παραθαλάσσια Έπαυλη, το νέο κτήριο που ξεκίνησε να αναγείρεται “πατούσε” πάνω σε προσχώσεις (μπαζώματα) της θάλασσας που είχαν στο μεταξύ πραγματοποιηθεί. Ακόμα πρόβλημα δημιουργούσε ο ίδιος ο σκοπός του ιδρύματος που καθίστατο πλέον ανέφικτος και έπρεπε να επιτραπεί η αξιοποίηση του ακινήτου για άλλο σκοπό, ώστε να παραχθούν έσοδα υπέρ του Ιδρύματος.
Μερικές από τις προτάσεις που δεν αξιοποιήθηκαν (χαμένες ευκαιρίες) ήταν και οι παρακάτω:
- Το Ελληνικό Κέντρο Τέχνης το 1995 υπέβαλε πρόταση για αξιοποίηση του ακινήτου με αποπεράτωση με δαπάνες του ίδιου του Κέντρου με αντάλλαγμα την εμπορική εκμετάλλευση του ακινήτου.
- Το 1996 το Πανεπιστήμιο Πειραιώς είχε υποβάλλει πρόταση για αξιοποίηση με την δημιουργία συνεδριακού χώρου για το τμήμα Ναυτιλιακών Σπουδών με τέτοιο τρόπο που θα ικανοποιείτο και η βούληση του διαθέτη, δηλαδή με την δημιουργία χώρου καλλιτεχνικών συγκεντρώσεων και χώρο συνάντηση καλλιτεχνών.
- Το 1997 το Υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας (υπουργός Σουμάκης) πρότεινε να γίνει Μουσείο Εμπορικής Ναυτιλίας με κεφάλαια που διέθετε το ΥΕΝκαι το ΥΠΕΘΟ. Ζητήθηκε μάλιστα τότε και η συνεργασία του Μουσείου Μπενάκη για την οργάνωση του μουσείου και είχαν ληφθεί και προσφορές από εφοπλιστές.
- Το 2003 υπήρξε επίσημη πρόταση από όμιλο επιχειρηματιών για την δημιουργία Μεσογειακού Πολιτιστικού Κέντρου με έδρα τον Πειραιά.
- Το 2004 ο τότε βουλευτής Πειραιά Παναγιώτης Φασούλας πρότεινε το κτήριο να αξιοποιηθεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες 2004 ως κέντρο εθελοντισμού.
Το 2005 το Εφετείο Αθηνών με την υπ΄ αριθ. 5292/6-7-2006 απόφασή του έκρινε ότι ο σκοπός του Ιδρύματος μπορούσε μόνο να επιτευχθεί μέσω εσόδων που θα δημιουργούσε το ίδρυμα από τη μακροχρόνια μίσθωση του ακινήτου. Πραγματικά με τις νέες συνθήκες που είχαν διαμορφωθεί δεν άργησαν να εμφανιστούν και νέοι ενδιαφερόμενοι.
Το 2008 επί Δημαρχίας Παν. Φασούλα ο Πρέσβης της Γαλλίας στην Ελλάδα εκδήλωσε το ενδιαφέρον της Γαλλικής Κυβέρνησης να αξιοποιηθεί το ακίνητο ως δεύτερη εγκατάσταση της Ελληνογαλλικής Σχολής. Η συμφωνία είχε επιτευχθεί μέσω του Πρωθυπουργού της Ελλάδος Κ. Καραμανλή και του Προέδρου της Γαλλίας Ν. Sarkozy κατά την επίσκεψη του τελευταίου στην Ελλάδα στις 6 Ιουνίου 2008. Στον διαγωνισμό που ακολούθησε εμφανίστηκε μόνο η εταιρεία VINCI Κατασκευές Ελλάς Α.Ε. η οποία κατέθεσε προσφορά προκειμένου να εγκατασταθεί στο ακίνητο παράρτημα του Γαλλοελληνικού Λυκείου Eugene Delacroix (Ευγένιος Ντελακρουά) αλλά και πάλι η διαδικασία εμποδίστηκε από γραφειοκρατικές εκκρεμότητες καθώς μέρος έκτασης που κατείχε το ακίνητο φαινόταν ως ανήκε στο Δημόσιο.
Η κατάληξη όλων των προσπαθειών στην αποτυχία οδηγεί στο συμπέρασμα πως το Ίδρυμα Ζαχαρίου δεν θα μπορέσει να αξιοποιήσει το ακίνητο στην Καστέλλα αν δεν γίνει η καταχώριση του ακινήτου στο όνομα του ιδρύματος στο Κτηματολόγιο. Μέχρι τότε κανείς δεν μπορεί να μεταβάλλει την κατάσταση του ακινήτου που θα συνεχίζει να είναι ένα φάντασμα του παρελθόντος, σφήνα στην καρδιά του τουριστικού Πειραιά.