του Στέφανου Μίλεση
Το πρώτο κοιμητήριο στον Πειραιά λειτούργησε πέριξ της εκκλησίας του Αγίου Διονυσίου, που θεωρείτο τότε λίαν «ακρότατον και λίαν απομακρισμένον μέρος». Όμως ύστερα από πολλά χρόνια λειτουργίας το κοιμητήριο αυτό, παρά τις συνεχείς επεκτάσεις προς κάλυψη των αυξημένων πληθυσμιακών αναγκών, αδυνατούσε να ανταποκριθεί πλέον στο ρόλο του.
Η δημιουργία του νέου κοιμητηρίου στάθηκε επιτακτική ανάγκη που δεν μπορούσε να αναβληθεί. Τα εγκαίνια του νέου νεκροταφείου έγιναν τον Απρίλιο του 1904. Η “Ανάστασις” έλαβε αυτό το όνομα όταν ο Μητροπολίτης Αθηνών Θεόκλητος μετά το πέρας του Αγιασμού παρουσίασε τη νέα ονομασία του, παρά το γεγονός πως λίγο πριν, το Δημοτικό Συμβούλιο Πειραιώς του είχε κάνει γνωστή την πρόθεση το νέο νεκροταφείο να λάβει την ονομασία “Άγιος Δημήτριος”.
Από τα εγκαίνια όμως θα χρειαστεί να περάσουν άλλα πέντε ακόμα χρόνια, και να φτάσουμε στο 1909 για να λειτουργήσει το νέο νεκροταφείο της “Ανάστασης”. Η μεταφορά έγινε επί Δημαρχίας Δημοσθένους Ομηρίδου Σκυλίτση. Ωστόσο κατά την μεταφορά των μνημάτων να απρόβλεπτο γεγονός παρουσιάστηκε, όταν οι γιατροί εξέφρασαν φόβους για την εκταφή νεκρών από τον Άγιο Διονύσιο ώστε να μεταφερθούν στο νέο κοιμητήριο. Και οι φόβοι αυτοί είχαν να κάνουν με την μετάδοση της χολέρας από τους νεκρούς του 1854!
Αυτή η αιτιολογία όσο παράξενη κι αν μας φαίνεται σήμερα, τότε αποτελούσε ένα γεγονός που δημιουργούσε πανικό, καθώς ήταν ακόμα νωπές στην συλλογική μνήμη οι εικόνες των χολεριασμένων που πέθαιναν στον δρόμο και ειδικά των παιδιών.
Τα δύο κοιμητήρια, «Ανάσταση» και «Αγίου Διονυσίου» λειτουργούσαν για αρκετά χρόνια παράλληλα μέχρι να ολοκληρωθεί πλήρως η μεταφορά των μνημάτων. Ωστόσο να καταγράψουμε το γεγονός ότι ακόμα και την δεκαετία του 1950 μνήματα μεταφέρονταν από τον χώρο του Αγίου Διονυσίου στην «Ανάσταση».
Πέριξ του νεόδμητου κοιμητηρίου “Ανάσταση” λαμβάνει την ίδια ονομασία ένας προσφυγικός συνοικισμός αποτελούμενος από οικογένειες από το χωριό Γετουρμάζ καθώς και από τη Χολωμάνα της Τραπεζούντας. Ανάμεσά τους βρίσκονται και κάποιοι πρόσφυγες από το χωριά Ανακού, Τζαλέλα και την Σινασό της Μικράς Ασίας. Έτσι ο προσφυγικός αυτός συνοικισμός γίνεται γνωστός ως Συνοικία Ανάστασης.
Το περιοδικό “Ψυττάλεια” (Αμφιάλη – 1986) αναφέρει ότι στις 4 Ιουλίου του 1956 ο Συνοικισμός της Ανάστασης αποτελείτο από 250 κρατικά παραπήγματα (παράγκες) που κάθε ένα από αυτά στέγαζε μια οικογένεια, ενώ υπήρχαν παράλληλα και 25 τετρακατοικίες (ένα δηλαδή κτήριο που περιελάμβανε 4 κατοικίες).
Σήμερα το κοιμητήριο “Ανάσταση” μετά τη λειτουργία του νέου κοιμητηρίου του “Σχιστού”, αποτελεί ένα υπαίθριο μουσείο στο οποίο καταγράφονται μέσω των περίτεχνων μνημάτων – μνημείων, οι άνθρωποι και τα γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορική πορεία της πόλης του Πειραιά. Ελάχιστες ταφές γίνονται και μόνο σε υφιστάμενους οικογενειακούς τάφους.
Θα περιηγηθούμε σε μερικά μόνο από τα μνήματα – μνημεία της “Ανάστασης”, χωρίς το γεγονός αυτό να σημαίνει ότι τα μνημεία που δεν παρουσιάζονται υστερούν σε σπουδαιότητα ή στην προσφορά των ανθρώπων στη μνήμη των οποίων φιλοτεχνήθηκαν ή εκείνων που τα φιλοτέχνησαν. Συνεπώς μια περιήγηση στο κοιμητήριο της “Ανάστασης” αποτελεί περιήγηση στην ιστορία του Πειραιά.
Θα μπορούσαμε να εστιάσουμε την περιήγηση σε τρεις βασικές κατηγορίες ιστορίας:
1. Στα μνημεία που αναφέρονται σε προσωπικότητες του Πειραιά. (Έμποροι, μεγάλοι οικονομικοί παράγοντες, βιοτέχνες, βιομήχανοι, εφοπλιστές, πνευματικοί άνθρωποι, λογοτέχνες, ζωγράφοι, εικαστικοί, σπουδαίοι αθλητές, μουσικοί, ηθοποιοί αλλά και ήρωες πολέμων το όνομα των οποίων γράφηκε με χρυσά γράμματα στην μετόπη της ιστορίας).
2. Στα μνημεία που αναφέρονται σε μεγάλα γεγονότα και τραγωδίες. (Ομαδικοί τάφοι εκτελεσθέντων, θύματα χερσαίων, ναυτικών ή αεροπορικών δυστυχημάτων, απώλειες βομβαρδισμών και άλλων πολεμικών πράξεων ή αντιστασιακών δράσεων).
3. Στα μνημεία τα φιλοτεχνημένα από σπουδαίους καλλιτέχνες που συνήθως αποτελούν μεικτά μνημεία. Είναι εκείνα που φιλοτεχνήθηκαν από σπουδαίους καλλιτέχνες (Φιλιππότης, Θωμόπουλος, Πικιώνης) και συνήθως αναφέρονται σε επίσης σπουδαίες μορφές και προσωπικότητες ή γεγονότα. Αποτελούν μια ξεχωριστή κατηγορία διότι κι αν ακόμα είχαν φιλοτεχνηθεί κατά παραγγελία κάποιου αγνώστου και πάλι θα έπρεπε ο περιηγητής να σταθεί μπροστά τους για να θαυμάσει την περίτεχνη κατασκευή τους.
Στην πρώτη κατηγορία προσωπικοτήτων ας δούμε μερικά ενδεικτικά μνήματα – μνημεία:
Ξαβέριος Στέλλας:
Ο Ξαβέριος Στέλλας ήταν Ιταλός (Saverio Stella). Γεννήθηκε στο Trani της Απουλίας (καμιά 50αριά χιλιόμετρα βορειοδυτικά του Bari) το 1836 και σε ηλικία 20-22 ετών εγκαταστάθηκε στον Πειραιά, όπου και ανέπτυξε δραστηριότητα ως προμηθευτής πλοίων και ιδιοκτήτης καρνάγιων επί της Ακτής Αλκίμων. Το οικόπεδο στο οποίο έχτισε το σπίτι του συνόρευε αργότερα με την βιομηχανία κονιάκ του Καμπά και με ένα οικόπεδο ιδιοκτησίας του εφοπλιστή Λαιμού, κοντά στο Βασιλικό Περίπτερο.
Το κάτω μέρος των σπιτιών της οικογενείας (το δεύτερο σπίτι το έχτισε ο μεγαλύτερο γιος του ο Nicola Stella) είχε μαγαζιά. Ένα από αυτά ήταν ταβέρνα, την οποία διαχειριζόταν στο πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα ο Στέλιος Σαριδάκης. Ωστόσο η φήμη του Ξαβερίου έφτασε να ονοματίσει ολόκληρη την Ακτή που σήμερα ονομάζεται Ακτή Ξαβερίου. Υπάρχουν ακόμα κάποιοι απόγονοι του Ξαβέριου Στέλλα στην Ελλάδα οι οποίοι όμως δεν ζουν πλέον στον Πειραιά.
Τζων Μακ Δούαλ:
O Σκωτσέζος Τζων Μακ Δούαλ αποτέλεσε λαμπρή προσωπικότητα στη βιομηχανική και ναυτιλιακή ανάπτυξη του Πειραιά. Πέθανε άλλωστε και στην πόλη που αγάπησε στον Πειραιά στις 17 Οκτωβρίου του 1897. Ιδρύει μαζί με τον επιχειρηματία Σεφερλή ατμόμυλο για την βιομηχανική παραγωγή αλεύρου. Ιδρύει δικό του μηχανουργείο στον Πειραιά στο οποίο εργάζονται 420 εργάτες και τεχνίτες. Δικής του κατασκευής οι ατμόμυλοι Παπαγεωργόπουλου στον Πειραιά, Καράμπελα στην Πάτρα, Γκιριτλί Μουσταφά Πασά στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και του Άγγλου Πάτερσον στη Σμύρνη.
Στο χώρο της ναυτιλίας προκαλεί πραγματική επανάσταση αφού το 1893 κατασκεύασε το πρώτο ατμοκίνητο πλοίο με άξονα προπέλας στην Ελλάδα, το περίφημο “ΑΘΗΝΑ”. Δημιουργός επίσης της “Ελληνικής Ατμοπλοΐας Τζων Μακ Δούαλ”.
Δίπλα στο δικό του μνήμα βρίσκεται ο πιστός στη ζωή συνεργάτης του ο επίσης Σκωτσέζος William Barbour, γνωστός στον Πειραιά με το εξελληνισμένο όνομα Βαρβούρ.
Τρύφων Μουτζόπουλος:
Ο Τρύφων Μουτζόπουλος υπήρξε ο Δήμαρχος των μεγαλύτερων έργων στον Πειραιά, ο Δήμαρχος των πρώτων σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων του 1896 αφού μεγάλος μέρος των αγωνισμάτων έγιναν στην πόλης, ο Δήμαρχος που διέσωσε τον Πειραιά από την άτακτη χρεωκοπία και τέλος ο μακροβιότερος ως προς τη θητεία του Δήμαρχος. Μαζί με τον αδελφό του Δημήτριο Μουτζόπουλο -που επίσης διετέλεσε Δήμαρχος Πειραιά- ασχολήθηκαν με το εμπόριο, την βιομηχανία και τη ναυτιλία.
Όλα τα μεγάλα έργα στον Πειραιά φέρουν την υπογραφή του Τρύφωνα Μουτζόπουλου (Θεμελίωση Δημοτικού Θεάτρου, Παλαιό Ταχυδρομείο, κτήριο Δευτέρου Γυμνασίου Αρρένων στου Βρυώνη, Αστικό Σχολείο στην Πλατεία Δεληγιάννη, Χατζηκυριάκειο Ορφανοτροφείο και πολλά άλλα). Ο Τρύφων Μουτζόπουλος ακόμα και όταν στη συνέχεια εκλέχθηκε Βουλευτής Αττικής συνέχιζε να κατοικεί στον Πειραιά το σπίτι του οποίου βρισκόταν στο πίσω μέρος της Αγίας Τριάδας στην οδό Φίλωνος. Το όνομά του σήμερα έχει λάβει η οδός Τρύφωνος Μουτζοπούλου που αγκαλιάζει περιμετρικά την Ακτή Μουτζοπούλου στο Πασαλιμάνι.
Παναγιώτης Πατσιάδης:
Ο Παναγιώτης Πατσιάδης (Καλάβρυτα 1847 – Πειραιάς 1902) υπήρξε αλευροβιομήχανος με αλευρόμυλο στα Καμίνια. Έμεινε περισσότερο γνωστό το όνομά του από την πανέμορφη έπαυλή του κατασκευής Ερνέστου Τσίλλερ, που διασώζεται μέχρι και σήμερα πάνω στην στροφή της Πλατείας Αλεξάνδρας.
Λάμπρος Πορφύρας, ο ποιητής της Φρεαττύδας:
Δυστυχώς την ημέρα που επισκέφθηκα εγώ το κοιμητήριο της Ανάστασης, ο τάφος του Λάμπρου Πορφύρα δεν ήταν ορατός, καθώς είχε καλυφθεί από τις φυλλωσιές δένδρων. Ο Λάμπρος Πορφύρας (πραγματικό όνομα Δημήτριος Σύψωμος), εκτός από ένας τρανός ποιητής που λάμπρυνε με την παρουσία του τον πνευματικό Πειραιά, ήταν και ξάδελφος του Αρχιτέκτονα και Ακαδημαϊκού Δημήτρη Πικιώνη ο οποίος και φιλοτέχνησε το μνήμα του αποτελούμενο από μια πυραμοειδή αψίδα. Είχε εμφανιστεί για πρώτη φορά στα γράμματα το 1894 με το ποίημα “Η θλίψη του μαρμάρου”, κάτι δηλαδή ανάλογο με το συναίσθημα που μου προκάλεσε η αδυναμία θέασης του μνήματός του την ημέρα που το επισκέφθηκα.
Σπύρος Μεταξάς:
Ο Σπύρος Μεταξάς ήταν μεταξύ εκείνων που έφτασαν τον Πειραιά να θεωρείται ως μια από τις μεγαλύτερες πόλεις στην παραγωγή “μπράντι”. Το 1900 στον Πειραιά είχαν έδρα 12 διαφορετικά εργοστάσια του είδους. Το πιο διάσημο μέχρι τις μέρες μας παγκοσμίως παραμένει βεβαίως η ετικέτα “Μεταξά”. Ο Σπύρος Μεταξάς ξεκινά στον Πειραιά με μια ταβέρνα και φτάνει το 1888 να δημιουργεί το δικό του εργοστάσιο. Η οικογένεια Μεταξά μετά τον θάνατό του συνέχισε επάξια του έργο του και έφτασε το μπράντι Μεταξά να εισάγεται στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής.
Το 1965 το πρώτο πυρηνοκίνητο πλοίο της Αμερικής το “Σαβάνα” (N.S. Savannah), έφτασε πανηγυρικά στον Πειραιά για να φορτώσει 15.000 φιάλες “Μεταξά” συνολικού βάρους 25 περίπου τόννων. Το Μεταξά την εποχή εκείνη καταλάμβανε την τέταρτη θέση στα οινοπνευματώδη ποτά στις Η.Π.Α. Η ετήσια παραγωγή Μεταξά την ίδια εποχή είχε υπερβεί τις ενάμιση εκατομμύριο φιάλες!
Μνήμα οικογένειας Σκυλίτση:
Η οικογένεια Σκυλίτση παραδοσιακά δημάρχευε στον Πειραιά.
Δήμαρχοι της ιδίας οικογενείας υπήρξαν:
– ο Πέτρος Ομηρίδης Σκυλίτσης με δύο θητείες δημάρχου (1841 – 1845 και 1848 – 1854),
– ο Αριστείδης Σκυλίτσης ο Πρεσβύτερος (1883 – 1887),
– ο Δημοσθένης Αριστείδης Σκυλίτσης (1907 – 1914),
– Αριστείδης Σκυλίτσης (1967 – 1974) ο τελευταίος Σκυλίτσης Δήμαρχος του Πειραιά την περίοδο της χούντας.
Χαρακτηριστικό του μνημείου αυτού είναι η διαφορά χρώματος του μαρμάρου, αιτία που προήλθε λόγω της πρόσθεσης στο αρχικό μνημείο της προτομής του Αριστείδη Σκυλίτση καθώς και της μαρμάρινης επιγραφής στη βάση του. Ο Αριστείδης Σκυλίτσης αποτέλεσε τον πιο αμφιλεγόμενο Δήμαρχο που πέρασε ποτέ από τον Πειραιά. Μέχρι σήμερα παρατίθενται τα όσα έπραξε με εκείνα που δεν έπρεπε να πράξει!
Σε αυτό το ισοζύγιο αντιπαραβάλλονται τα έργα εκσυχρονισμού της πόλης με το βίαιο ξερίζωμα του ιστορικού της παρελθόντος. Ό,τι ήταν παραδοσιακό κατεδαφιζόταν, για να γίνει στη θέση του “σύγχρονο” ακίνητο κατά προτίμηση φτιαγμένο από τσιμέντο. Όλα τα ακίνητα που δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει παρέμειναν μέχρι σήμερα ημιτελείς κατασκευές. Κι αυτό διότι ουδείς επιθυμούσε να αξιοποιήσει δικό του έργο.
Αν η πόλη υποτίθεται ότι καταστράφηκε από τις παρεμβάσεις του μια φορά, καταστράφηκε από τους επόμενους που ακολούθησαν δύο και τρεις φορές, καθώς επιδίωκαν τα έργα του να περιέλθουν σε κατάσταση εγκατάλειψης και αχρηστίας (βλέπε Μνημείο Αφανούς Ναύτη).Χαρακτηριστικές περιπτώσεις αποτελούν οι ημιτελείς κατασκευές του Πύργου του Πειραιά, της Έπαυλης Ζαχαρίου, του νέου Δημαρχιακού Μεγάρου (πρώην Ράλλειος) κ.α. που θα μπορούσε η αξιοποίησή τους να επιλύσει βασικά προβλήματα της πόλης.
Στην δεύτερη κατηγορία στα μνημεία που αναφέρονται δηλαδή σε ομαδικά γεγονότα ενδεικτικά αναφέρουμε τα κάτωθι:
Το μνημείο φονευθέντων Πειραιωτών κατά τον βομβαρδισμό του Πειραιά της 11ης Ιανουαρίου 1944:
Ένα μνημείο που κατά την ταπεινή μου γνώμη θα έπρεπε να δεσπόζει σε κεντρική πλατεία της πόλης. Θυμίζει τους Πειραιώτες που έχασαν τη ζωή τους κατά τους τρεις “συμμαχικούς” (όπως ονομάστηκαν) βομβαρδισμούς της πόλης την ίδια ημέρα (11η Ιανουαρίου 1944) από Αμερικανούς και Βρετανούς. Η συνολική διάρκεια των βομβαρδισμών ήταν πέντε ώρες! Τα υλικά αποτελέσματα των τριών βομβαρδισμών καταγράφηκαν σε αναφορά της Πολιτικής Αμύνης του Πειραιά προς την προϊστάμενη αρχή της στην Αθήνα. Ο αριθμός των ανθρωπίνων απωλειών όμως παραμένει μέχρι σήμερα αδιευκρίνιστος.
Σε κάθε περίπτωση ο αριθμός των νεκρών δεν είναι αυτός που αναφέρεται στις εκδηλώσεις μνήμης για αυτό και έχω αιτηθεί κατ΄ επανάληψη την σύσταση επιτροπής για την ορθή καταμέτρηση των απωλειών. Τις ημέρες που ακολούθησαν του βομβαρδισμού, ακόμα και ένα μήνα αργότερα, συνέχιζαν να υποκύπτουν στα τραύματά τους από τη δεξαμενή των 3.500 τραυματιών που νοσηλεύονταν σε διάφορα δημόσια νοσοκομεία και ιδιωτικές κλινικές εκτός Πειραιά. Υπολογίζεται ότι μόνο από τον αριθμό των 3.500 τραυματιών υπέκυψαν περισσότεροι από το 30 τοις εκατό αριθμός που αναλογεί σε χίλιους πενήντα νεκρούς!
Ανάμεσα στην ενδεικτική αναγραφή ονοματεπωνύμων θυμάτων, σημειώνω την οικογένεια της μητέρας μου “Νομικού Γεωργίου”. Αυτή η σήμανση “Οικ.” δίπλα στο όνομα προσδιορίζει έναν αριθμό οκτώ συνολικά νεκρών, αφού τόσα ήταν τα μέλη της οικογένειας που χάθηκαν την ημέρα εκείνη.
Μνημείο Πεσόντων για την διάσωση του Κεντρικού εργοστασίου Ηλεκτρικής Εταιρείας Αγίου Γεωργίου Κερατσινίου την 13η Οκτωβρίου 1944:
Το μνημείο Πεσόντων της Μάχης της Ηλεκτρικής που δόθηκε στις 13 Οκτωβρίου του 1944, αποτελεί την τέλεια διάψευση για όσους παροτρύνουν τον Δήμο Πειραιώς να εορτάζει λανθασμένα την απελευθέρωσή του στις 12 Οκτωβρίου μαζί με τον Δήμο της Αθήνας σε κοινές εκδηλώσεις.
Η πρώτη ημέρα ξημέρωσε την ελευθερία στον Πειραιά ήταν η 14η Οκτωβρίου.
Στον Πειραιά η απελευθέρωση όχι μόνο δεν ήρθε τη 12η Οκτωβρίου, αλλά θα έπρεπε να αποτελεί και μια μέρα περίσκεψης στη μνήμη εκείνων που έπεσαν για να προστατεύσουν την υποδομή της πολιτείας. Κι αυτό διότι το Γερμανικό σχέδιο δεν προέβλεπε για τον Πειραιά μια υποστολή σημαίας, όπως έπραξαν στην Ακρόπολη οι Γερμανοί, ούτε κάποια κατάθεση στεφάνου στο μνημείο του Αγνώστου στρατιώτη. Στον Πειραιά οι Γερμανοί δεν έφυγαν εν μέσω κόσμου που πανηγύριζε για την αποχώρησή τους. Το Γερμανικό Σχέδιο προέβλεπε για τον Πειραιά την ολοσχερή καταστροφή του! Τόσο ο τρόπος αποχώρησης όσο και η συμπεριφορά των Γερμανών, διέφεραν ριζικά στις δύο πόλεις. Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Τέλος στην τρίτη κατηγορία μνημείων φιλοτεχνημένων από σπουδαίους καλλιτέχνες (μεικτά μνημεία) ενδεικτικά αναφέρω τα κάτωθι:
Μνηστευμένη νεκρά του Δημητρίου Φιλιππότη:
Μια νεαρά κόρη πεθαίνει πριν τελεσθούν οι γάμοι της. Η ιστορία της θα ήταν χαμένη όπως τόσες άλλες, μέχρι που της χάρισε την αιωνιότητα ο Τήνιος γλύπτης Δημήτριος Φιλιππότης (γνωστός από τον “Ξυλοθραύστη” έναντι του Παναθηναϊκού Σταδίου). Η κόρη αυτή που φέρει την ονομασία “μνηστευμένη νεκρά” αναπαριστάται από τον Φιλιππότη να κοιτά με θλίψη το δακτυλίδι που φορά στο χέρι της, ενός γάμου όμως που ουδέποτε τελέσθηκε!
Η “Μνηστευμένη νεκρά” κοσμούσε την είσοδο του νεκροταφείου του Αγίου Διονυσίου, και βρισκόταν στον τάφο της οικογενείας Σεφερλή, που ήταν ο ιδρυτής του πρώτου κυλινδρόμυλου στον Πειραιά. Παρά την μεταφορά των μνημάτων στην “Ανάσταση” η “μνηστευμένη νεκρά” συνέχιζε για χρόνια να παραμένει στον Άγιο Διονύσιο. Στα Δεκεμβριανά του 1944 έπεσαν στην περιοχή του Αγίου Διονυσίου πολλές σφαίρες (το ναό τον προγενέστερο του σημερινού). Μια εξ αυτών έκοψε και το ένα δάκτυλο στο χέρι της “μνηστευμένης νεκράς” ενώ άλλες προξένησαν ζημιές στη βάση της.
Η περίπτωση της “Μνηστευμένης Νεκράς” του Δημητρίου Φιλιππότη, αποτελεί χαρακτηριστική περίπτωση μνημείο στην τρίτη κατηγορία, δηλαδή να έχει φιλοτεχνηθεί από διάσημο γλύπτη και να αφορά γνωστή προσωπικότητα της πόλης.
Να σημειωθεί πως η “Μνηστευμένη νεκρά” καθώς ήταν ξεχασμένη στη μάνδρα του Αγίου Διονυσίου, ουδέποτε καταχωρήθηκε στη σχετική εργογραφία στου Δημητρίου Φιλιππότη. Περισσότερα για την ιστορία του συγκεκριμένου μνήματος, μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Παράρτημα φωτογραφιών για το κοιμητήριο “Ανάσταση”: