του Στέφανου Μίλεση

Μια Παρασκευή του Μαρτίου του 1940 πέντε ιστιοφόρα ξεκίνησαν από την Σαντορίνη για τον Πειραιά φορτωμένα με Θηραϊκή γη. Ανάμεσά τους και το ιστιοφόρο ΕΥΓΕΝΙΑ, χωρητικότητας 40 τ. ιδιοκτησίας Κ. Κιμηνά.

Κυβερνήτης του ήταν ο Δημήτριος Αλεξόπουλος και πλήρωμα οι Δ. Σαρρής, Σταμάτης Ζέρβας, Αναστάσιος Μαραγκός και Σ. Καράμαλης. Ναυτολογημένος ως απλός ναύτης στο πλήρωμα του ΕΥΓΕΝΙΑ ήταν και ο ιδιοκτήτης του Κ. Κιμηνάς.

Το ιστιοφόρο μετά από πολύωρη πλεύση έφτασε το απόγευμα του Σαββάτου στις ακτές της Αττικής και προσορμίστηκε στην Ανάβυσσο. Εκεί παρέμεινε για λίγες ώρες και στη συνέχεια ο κυβερνήτης Δ. Αλεξόπουλος για άγνωστο λόγο εγκατέλειψε στην ακτή τον ιδιοκτήτη του σκάφους, σήκωσε άγκυρα και ανοίχθηκε στο πέλαγος.

Όμως λίγο μετά τον απόπλου, ο καιρός μεταβλήθηκε ξαφνικά κι έπιασε ισχυρός αέρας. Πελώρια κύματα σηκώθηκαν και το σκάφος έμεινε έρμαιο των κυμάτων. Τότε κυβερνήτης και πλήρωμα μπήκαν σε μια μικρή βάρκα και εγκαταλείποντας το σκάφος με σηκωμένα ακόμα τα πανιά, προσπάθησαν να φτάσουν στην ακτή!

Όμως ο καιρός και τα ρεύματα της θάλασσας ήταν αντίθετα από την ακτή και η βάρκα με το πλήρωμα παρασύρθηκε στο πέλαγος. Στο μεταξύ ο ιδιοκτήτη του ΕΥΓΕΝΙΑ, ο Κιμηνάς που είχε μείνει στην ακτή είχε ανέβει σε ένα ύψωμα το οποίο του εξασφάλιζε ορατότητα στο πέλαγος. Από αυτό έγινε μάρτυρας της εγκατάλειψης του σκάφους του! Το έβλεπε να πλέει μόνο του, με μισά τα πανιά του, χωρίς πλήρωμα. Παράλληλα έβλεπε τη μικρή βάρκα με το πλήρωμα να βολοδέρνει στα κύματα. Τότε έτρεξε να ζητήσει βοήθεια τόσο για το σκάφος του, όσο και για το πλήρωμα που κινδύνευε. Κάποιες ώρες αργότερα ειδοποιήθηκε το Λιμεναρχείο Πειραιά το οποίο απέστειλε στην Ανάβυσσο το ρυμουλκό ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ για βοήθεια.

Καΐκια στα “Λεμονάδικα” στον Πειραιά

Όταν όμως έφτασε το ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ δεν βρήκε τη μικρή βάρκα παρά μονάχα έγινε ορατό στα βάθη του ορίζοντα το ιστιοφόρο καΐκι που πήγαινε μόνο του “όρτσα στον καιρό” ακυβέρνητο! Το ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ ειδοποίησε τα πλοία της ακτοπλοΐας για το ιστιοφόρο που έπλεε μόνο του. Ύστερα από ώρες και αφού είχε πλέον βραδιάσει για τα καλά, το ατμόπλοιο ΕΛΣΗ ανέφερε πως πέρασε από κοντά του το ιστιοφόρο “φάντασμα”, του έριξαν πάνω του τον προβολέα του καταστρώματος και πραγματικά εξακρίβωσαν πως κανένας δεν βρισκόταν πάνω του. Το ιστιοφόρο χάθηκε και πάλι μέσα στο σκοτάδι της νύχτας, ενώ το ΕΛΣΗ συνέχισε το δρομολόγιό του προς Σύρο.

Όταν ξημέρωσε Κυριακή οι έρευνες για την ανεύρεση της μικρής βάρκας συνεχίστηκαν χωρίς αποτέλεσμα. Οι διασώστες πίστεψαν πως η μικρή βάρκα είχε χαθεί τη νύχτα του Σαββάτου στα πελώρια κύματα. Όμως τελείως απρόοπτα τα ξημερώματα της Δευτέρας μια βάρκα έφτασε στις ακτές του Πόρου με 4 μόνο επιβαίνοντες. Αυτοί βγήκαν στην ακτή κι άρχισαν να ζητούν βοήθεια. Τότε έγινε γνωστό πως επρόκειτο για μέλη του πληρώματος του ιστιοφόρου ΕΥΓΕΝΙΑ.

Να σημειωθεί πως το ΚΕΝΤΑΥΡΟΣ που το Λιμεναρχείο Πειραιά είχε στείλει προς βοήθεια του καΐκιού ΕΥΓΕΝΙΑ στην Ανάβυσσο, είχε βυθιστεί στις 13 Ιανουαρίου 1938 εντός του λιμένος Πειραιώς.

Είχαν μείνει για 35 ώρες περίπου να παλεύουν με τα κύματα. Δύο από τους έξι επιβαίνοντες οι Δ. Σαρρής και Σταμ. Καραμάλης είχαν αρπαχτεί από τα κύματα ενώ οι υπόλοιποι βρίσκονταν σε άθλια κατάσταση.

Οδηγήθηκαν στο Νοσοκομείο Πόρου για παροχή βοήθειας ωστόσο το ΕΥΓΕΝΙΑ συνέχιζε το μοναχικό του ταξίδι χωρίς πλήρωμα. Το επεισόδιο αποδόθηκε στην έλλειψη ψυχραιμίας του κυβερνήτη Αλεξόπουλου που διέταξε την εγκατάλειψη παρότι θα ήταν περισσότερο ασφαλής αν έμενε στο σκάφος.

Το ΕΥΓΕΝΙΑ για καιρό συνέχισε να ταξιδεύει μόνο του και κατά διαστήματα έφταναν αναφορές στα λιμεναρχεία από παραπλέοντα σκάφη σχετικές με ένα ιστιοφόρο φάντασμα που περιπλανιόταν μόνο του στη θάλασσα. Κανείς ποτέ δεν έμαθε για την τύχη του…Οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν για καιρό για το ΕΥΓΕΝΙΑ που είχε γίνει το “πλοίο φάντασμα” του Σαρωνικού.

Author

Ο Στέφανος Παν. Μίλεσης είναι Συγγραφέας, Ιστορικός Ερευνητής και Ραδιοφωνικός Παραγωγός. Από το 2016 είναι Πρόεδρος της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς.